|
11/9-Ο δρόμος των πετρελαίων/Στόχος Ετών
|
|
|
Home
Φάκελος: 11η_Σεπτεμβρίου
Η πολιτική της Αμερικής σχετικά με το Ιράκ επηρεαζόταν πάντα από τα μεγάλα αποθέματα του Ιράκ σε πετρέλαιο και από την στρατηγική του θέση στον Κόλπο, επισημαίνει ο αναλυτής του Αλ Τζαζίρα, Αχμαντ Κούνι, επιχειρώντας να ερμηνεύσει την πολιτική της Ουάσινγκτον.
|
|
115 δισ.βαρέλια είναι τα πετρελαϊκά αποθέματα του Ιράκ
|
Μερικές φορές οι αγωγοί κρύβουν εκπλήξεις…
|
Στόχος πολλών τα πετρέλαια του Ιράκ
|
|
Το Ιράκ έρχεται μόλις δεύτερο μετά την Σαουδική Αραβία σε αποθέματα πετρελαίου, και ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου παγκοσμίως πριν ξεσπάσει ο πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ, το 1980.
Η Αμερική ήταν πάντα ένας σημαντικός εισαγωγέας του ιρακινού πετρελαίου. Ακόμα και κάτω από τους περιορισμούς των Ηνωμένων Εθνών, οι αμερικανικές εταιρίες εισήγαγαν περίπου 750.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα από το Ιράκ μέχρι το τέλος του 2002.
Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, τα αποθέματα του ιρακινού πετρελαίου ανέρχονται στα 115 δις βαρέλια, όσο δηλαδή έχουν συνολικά η Αμερική, ο Καναδάς, το Μεξικό, η δυτική Ευρώπη, Η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Κίνα και ολόκληρη η Ασία.
Τώρα που η Αμερική κατάφερε να ρίξει από την εξουσία τον πρόεδρο Σαντάμ Χουσεϊν, το ιρακινό πετρέλαιο είναι έτοιμο να αρχίσει να ρέει ξανά.
Η αμερικανική κατοχική διοίκηση ελπίζει ότι το Ιράκ θα είναι σύντομα σε θέση να εξάγει περίπου 600.000 – 700.000 βαρέλια την ημέρα, κυρίως στην Αμερική, και ακόμα 300.000- 400.000 βαρέλια που θα προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση.
Οι εξαγωγές θα μπορέσουν να επιστρέψουν στο επίπεδο των 2.5 εκατομυρίων βαρελιών την ημέρα, που ίσχυε πριν από τον πόλεμο, δηλώνουν εκπρόσωποι των αμερικανικών κατοχικών δυνάμεων.
Σύμφωνα με σχεδιασμούς των κατοχικών δυνάμεων, τα έσοδα από το ιρακινό πετρέλαιο θα διοχετεύονται σε ένα ταμείο που θα ελέγχεται από τις αμερικανικές και τις βρετανικές δυνάμεις.
ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΒΛΕΨΕΩΝ
Οι ρίζες των βλέψεων της Αμερικής στο Ιράκ είναι πολύ παλιές, στα επακόλουθα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος έθεσε ένα τέλος στην παρουσία της Τουρκίας στην περιοχή. Όταν η συμφωνία μεταξύ Σάικς- Πικό, που υπογράφηκε από τους Βρετανούς και τους Γάλλους, άλλαξε την μέχρι τότε ισχύουσα κατάσταση στην Μέση Ανατολή και δημιούργησε νέες οντότητες, που διοικούνταν είτε άμεσα από τις αποικιακές δυνάμεις, είτε από καθεστώτα ανδρείκελων.
Πέρα από τις υφιστάμενες διαφορές , η Βρετανία και η Γαλλία συμφώνησαν να χωρίσουν την Γη της Επαγγελίας, που περιλάμβανε το Ιράκ, την Συρία, την Παλαιστίνη, το Λίβανο και την Ιορδανία, μεταξύ τους ώστε να τις ελέγχουν.
Η Γαλλία πήρε το Λίβανο και την Συρία, ενώ Βρετανία πήρε την Παλαιστίνη, την Ιορδανία και τις δύο νότιες επαρχίες του Ιράκ, την Βαγδάτη και την Βασόρα.
Παρόλα αυτά, το καθεστώς στην επαρχία της Μοσούλης, ένα αναπόσπαστο τμήμα του Ιράκ για χιλιάδες χρόνια, παρέμεινε αδιευκρίνιστο.
Παρόλο που αποτελούσε κομμάτι της γαλλικής σφαίρας επιρροής, όπως είχε συμφωνηθεί, οι Βρετανοί ήταν αποφασισμένοι να συμπεριλάβουν τη Μοσούλη στη νέα τους αποικία – το Ιράκ.
Αμέσως μόλις νικήθηκε η Τουρκία, ο βρετανικός στρατός κατέλαβε την Μοσούλη και η ιμπεριαλιστική πάλη μεταξύ της Βρετανίας και της Γαλλίας για την Μοσούλη υπήρξε προάγγελος των βλέψεων της Αμερικής στην περιοχή.
Ο προφανής λόγος που δημιουργούσε την εχθρότητα ανάμεσα στην Βρετανία και την Γαλλία, και μετά και στην Αμερική, για την Μοσούλη, ήταν τα γνωστά αλλά ανεκμετάλλευτα αποθέματά της σε πετρέλαιο.
Παρόλο που η προσπάθειά της στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν πολύ περιορισμένη, η Αμερική, αναδυόμενη ως υπερδύναμη, ήθελε να διαβεβαιώσει ότι τα οικονομικά και πολιτικά της συμφέροντα είχαν ληφθεί σοβαρά υπόψιν στον μεταπολεμικό κόσμο της Μέσης Ανατολής, όπως ονομάστηκε από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Το πετρέλαιο ήταν στην κορυφή αυτών των προβληματισμών, καθώς η σημασία της περιοχής του Κόλπου άρχισε να αυξάνεται λόγω των τεραστίων αποθεμάτων πετρελαίου.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΟΙΚΤΩΝ ΘΥΡΩΝ
Αντιμέτωπη με την κυριαρχία Βρετανών και Γάλλων επί των πλούσιων πηγών της περιοχής, η Αμερική αρχικά ζήτησε μια «ανοιχτή» πολιτική, η οποία θα επέτρεπε στις αμερικανικές εταιρίες να διαπραγματεύονται με ελευθερία συμβόλαια πετρελαίου με την μοναρχία του βασιλιά Φαϊσάλ, τον οποίο είχαν εγκαταστήσει οι Βρετανοί στο Ιράκ.
Το 1927, πραγματοποιήθηκαν μεγάλες επιχειρήσεις αναζήτησης πετρελαίου και ανακαλύφθηκαν μεγάλα αποθέματα πετρελαίου στην επαρχία της Μοσούλης, γεγονός που μεγάλωσε ακόμα περισσότερο την αντιπαλότητα ανάμεσα στις ανταγωνιστικές αποικιακές εταιρίες πετρελαίου.
Παρόλα αυτά, συμφωνήθηκε ένας διακανονισμός και το ιρακινό πετρέλαιο χωρίστηκε σε μερίδια ύψους 23,75% για τις εταιρίες από τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία και τις Ηνωμένες Πολιτειες.
Στον ιρακινό λαό δεν έμεινε ουσιαστικά τίποτα από τα ίδια του τα πλούτη, και αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι το 1958, όταν η μοναρχία των Χασεμιτών ανατράπηκε με πραξικόπημα.
Ιδρύθηκε η Ιρακινή Πετρελαϊκή Εταιρία σε συνεργασία με την British Petroleum, την Mobil, και την Exxon (Standard oil, του Νιου Τζέρσεϊ). Μέσα σε λίγα χρόνια, αυτή η εταιρία είχε το μονοπώλιο της παραγωγής των ιρακινών πετρελαίων.
Όμως, οι αμερικανικές εταιρίες πετρελαίου και η κυβέρνησή τους στην Ουάσιγκτον δεν ήταν ακόμα ικανοποιημένες, αφού ο στόχος τους ήταν να επιτύχουν τον απόλυτο έλεγχο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής παραμερίζοντας την Βρετανία.
O ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανική Αυτοκρατορία είχε εξασθενήσει πάρα πολύ, αφού είχε χάσει σημαντικές αποικίες στην Ασία λόγω του πολέμου.
Οι κυβερνήσεις των προέδρων Ρούσβελτ και Τρούμαν, που
ελέγχονταν από συμφέροντα τραπεζικών και πετρελαϊκών εταιριών, ήταν αποφασισμένες να αναδιαρθρώσουν τον μεταπολεμικό κόσμο έτσι ώστε να εξασφαλίσουν την αμερικανική κυριαρχία.
Όμως, ένα από τα στοιχεία- κλειδιά της στρατηγικής για την αμερικανική κυριαρχία, ήταν η επίτευξη του ελέγχου της παγκόσμιας ενέργειας, ιδιαιτέρως του πετρελαίου.
Έτσι, η Αμερική έριξε όλο της το βάρος στον Σάχη του Ιράν, που ήταν ένας από τους στενότερους συμμάχους της στην περιοχή.
Μέχρι τα μέσα του 1950, η επιρροή της Αμερικής στο Ιράκ ήταν ισοδύναμη με την επιρροή της Βρετανίας, η οποία αποτελούσε την πιο ενεργή αποικιακή δύναμη στα εδάφη αυτά.
Το 1955, η συνθήκη της Βαγδάτης, που περιελάμβανε εκτός του Ιράκ την Τουρκία, το Πακιστάν, το Ιράν και το Ηνωμένο Βασίλειο, υπογράφηκε για να αντισταθμίσει την άνοδο των Αράβων και άλλων απελευθερωτικών κινημάτων στην Μέση Ανατολή και στην Ασία.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1958
Τον Ιούλιο του 1958, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα έριξε την μοναρχία του Ιράκ, γεγονός που οι Αμερικανοί θεώρησαν καθοριστικό για τα συμφέροντά τους και αμέσως έστειλαν 20.000 πεζοναύτες στο Λίβανο, στα πλαίσια αυτού που έμεινε γνωστό ως «δόγμα του Αϊζενχάουερ».
Σύμφωνα με αυτό το δόγμα, η Αμερική θα επενέβαινε άμεσα και θα μπορούσε να φτάσει μέχρι και σε πόλεμο, προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντά της στην Μέση Ανατολή.
Η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ εξέτασε το ενδεχόμενο εισβολής στο Ιράκ, για να ανατρέψει το νέο καθεστώς και να εγκαταστήσει μια νέα κυβέρνηση ανδρείκελων στο Ιράκ.
Αλλά η Αμερική αναγκάστηκε να εγκαταλείψει αυτό το σχέδιο λόγω αρκετών τοπικών και διεθνών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης και της υποστήριξης που παρείχε η Κίνα και η Σοβιετική Ένωση στην επαναστατική κυβέρνηση του Ιράκ.
Η Αμερική, παρόλα αυτά, ποτέ δεν σταμάτησε να βλέπει το Ιράκ σαν εχθρό της στην περιοχή και παρείχε απεριόριστη υποστήριξη στους Κούρδους αυτονομιστές αντάρτες, που δρουσαν στα βόρεια της χώρας.
Στην δεκαετία του 1980, όταν η Αμερική έχασε τον βασικό της σύμμαχο στο Ιράν, οι σχέσεις της με το καθεστώς του Σαντάμ στην Βαγδάτη άλλαξαν σημαντικά, σε βαθμό που υποστήριξε το Ιράκ στον πόλεμό του με το Ιράν.
Ωστόσο, αυτός ο «μήνας του μέλιτος», έληξε όταν το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέιτ, το 1990, και οι ΗΠΑ έσπευσαν να προστατεύσουν και να διατηρήσουν τα συμφέροντά τους στην πλούσια σε πετρέλαια περιοχή.
|
|
|